περιστύλιο

περιστύλιο
Έτσι ονομάζονταν οι στοές που περιέβαλλαν τον υπαίθριο χώρο των ναών και άλλων οικοδομημάτων, και που στηρίζονταν σε κολόνες. Το κανονικό περιστύλιο διαδόθηκε περισσότερο στους ελληνιστικούς χρόνους, τον 4o και 3o αι. π.Χ., οπότε όλα τα δημόσια κτίρια είχαν την τετράγωνη αυλή τους που περιβαλλόταν από στοές και στηριζόταν σε μια ή δυο σειρές από κολόνες. Τέτοια οικοδομήματα είναι το Γυμνάσιο της Επιδαύρου, το Λεωνίδαιο της Ολυμπίας, κ.ά. Τα περισσότερα από τα δημόσια κτίρια της Περγάμου είχαν επίσης π. Τον 3o και 2o αι. π.Χ. το π. έγινε απαραίτητο σχεδόν στοιχείο κάθε πλούσιας ιδιωτικής κατοικίας. To 2o π.Χ. αι., το π. διαδόθηκε και στην Ιταλία, και στην Πομπηία έγινε πια το κύριο γνώρισμα κάθε πλούσιας κατοικίας. Περιστύλιο του σπιτιού της Αφροδίτης, στην Πομπηία.
* * *
το / περιστύλιον, ΝΑ [περίστυλος]
το περίστυλο.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • περιστύλιο — περιστύλιο, το και περίστυλο, το σειρά κιόνων γύρω από οικοδόμημα ή αυλή …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Ιταλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ιταλίας Έκταση: 301.230 τ. χλμ. Πληθυσμός: 56.305.568 (2001) Πρωτεύουσα: Ρώμη (2.459.776 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ευρώπης. Συνορεύει στα ΒΔ με τη Γαλλία, στα Β με την Ελβετία και την Αυστρία, στα ΒΑ με τη… …   Dictionary of Greek

  • Αίγυπτος — I Κράτος της βορειοανατολικής Αφρικής και (σε μικρό μέρος) της δυτικής Ασίας.Συνορεύει στα Δ με τη Λιβύη, στα Ν με το Σουδάν και στα ΒΑ με το Ισραήλ, ενώ βρέχεται στα Β από τη Μεσόγειο θάλασσα και στα Α από την Ερυθρά θάλασσα.Η Α. (αλ… …   Dictionary of Greek

  • Μαρόκο — Κράτος της βορείου Αφρικής. Συνορεύει στα Δ με την Αλγερία και στα Ν με τη Δυτική Σαχάρα. Βρέχεται στα Β από τη Μεσόγειο θάλασσα και στα Δ από τον Ατλαντικό ωκεανό.Το Μ. έχει χερσαία σύνορα μήκους 2.017 χλμ. που τη χωρίζουν από την Αλγερία (1.559 …   Dictionary of Greek

  • αβαείο — Κοινότητα μοναχών, διοικούμενη από έναν αβά. Επίσης το σύνολο των κτιρίων, όπου η κοινότητα αυτή μένει μόνιμα. Ιστορικά, η εμφάνιση των α. ως μόνιμων κοινωνικών οργανισμών, εγκατεστημένων σε ειδικά κτιριακά συγκροτήματα, συνδέεται κυρίως, αν και… …   Dictionary of Greek

  • πέλλα — I Πόλη στην περιοχή της αρχαίας Βοττιαίας, που την έκανε πρωτεύουσα των Μακεδόνων ο Αρχέλαος (413 399 π.Χ.). Υπήρξε έδρα του Φιλίππου και γενέτειρα του Αλεξάνδρου, απετέλεσε σπουδαίο κέντρο του ελληνισμού κατά την εποχή των διαδόχων, περιήλθε… …   Dictionary of Greek

  • Γαλλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Γαλλίας Έκταση: 547.030 τ.χλμ Πληθυσμός: 58.518.148 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα: Παρίσι (2.125.246 κάτ. το 2000)Κράτος της δυτικής Ευρώπης. Συνορεύει στα ΝΑ με την Ισπανία και την Ανδόρα, στα Β με το Βέλγιο και το… …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Τέχνη (Αρχαιότητα) — ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΤΕΧΝΗ Η απαρχή της αρχαίας ελληνικής τέχνης τοποθετείται συνήθως περί το 1100 π.Χ., μετά την κάθοδο των Δωριέων. Μετά την αποκρυπτογράφηση της Γραμμικής Β’ και την ανάγνωση των πινακίδων των ανακτόρων της Πύλου, των Μυκηνών, των… …   Dictionary of Greek

  • Κυρήνη — I Μυθολογικό πρόσωπο. Από αυτήν προέρχεται η ονομασία της πόλης της Λιβύης. Σύμφωνα με τον Ησίοδο και τον Πίνδαρο, ήταν κόρη του βασιλιά των Λαπιθών Υψέα και έβοσκε τα κοπάδια του πατέρα της στα δάση του Πηλίου. Ο Απόλλων την είδε μια μέρα να… …   Dictionary of Greek

  • Λιβύη — I Αγία της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. Μαρτύρησε με ξίφος. Η μνήμη της τιμάται στις 25 Ιουνίου. II Μυθολογικό πρόσωπο. Σύμφωνα με την παράδοση, ήταν κόρη του Έπαφου, βασιλιά της Αιγύπτου. Έπειτα από δεσμό της με τον Ποσειδώνα απέκτησε τον Λέλεγα,… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”